ΑΓΓΕΛΑ

του
Γιώργου Σεβαστίκογλου

 

ΘΕΑΤΡΟ OLVIO

Φαλαισίας 7 & Ιερά Οδός

Βοτανικός

Σάββατο, 17 Ιουνίου 2023

9 μ.μ.

Από την
ομάδα
MAIN POINT 

Σκηνοθεσία:
Δημήτρης Κανέλλος


 Κριτική ανάλυση της Μαρίνας Αποστόλου


«Μην πολυσκαλίζετε τι έγινε με την
Τασία, μη βρεθείτε μαχαιρωμένες κι εσείς»

 

«Δεν αναπαύθηκε η κακοθάνατη»

«Τι έχεις και είσαι μουτρωμένη; Πιο
καλά ήταν στο χωριό;»

«Γλέντα τη ζωή μην σε γλεντήσει
εκείνη…»

 

Πειραιάς, μέσα δεκαετίας του 1950. Η μεταπολεμική και μετεμφυλιακή μαζί Ελλάδα
(συμπεριλαμβανομένου και του πολέμου της Κορέας όπου εστάλη εθελοντικό
εκστρατευτικό σώμα) μετράει τις πληγές της. Οι συνέπειες κάτι περισσότερο από
ορατές: ακραία φτώχεια, αγραμματοσύνη, νεκροί στο αντάρτικο, ορφάνια, δίωξη
κομμουνιστών, διαφθορά στην αστυνομία, ανεργία, κυκλώματα εκμετάλλευσης
ανήλικων κοριτσιών, φρούδες ελπίδες για μια καλύτερη ζωή, αστυφιλία και θεσμός της
υπηρέτριας.

Αυτός ο τελευταίος τίθεται στο κάδρο του δραματικού κειμένου του Γιώργου
Σεβαστίκογλου περιστοιχισμένος από όλες τις παραπάνω παθογένειες που τον ενισχύουν,
τον εδραιώνουν και τον κάνουν να αντανακλά μια ολόκληρη κοινωνία, μια ολάκερη
εποχή.

Ανήλικα κορίτσια από την επαρχία, κυρίως από ορεινά χωριά και νησιά
(σημειωτέο φυσικά ότι ο τουρισμός δεν είχε ανθίσει ακόμα) κατέφθαναν στην Αθήνα
για να εργαστούν ως υπηρέτριες πρώτον για να επιζήσουν οι ίδιες και δεύτερον
για να στηρίξουν οικονομικά τις πάμφτωχες οικογένειές τους που έμεναν πίσω και
περίμεναν από αυτές. Πολλά από αυτά, χωρίς οικογένεια, απελπισμένα, πεινασμένα
και ξυπόλυτα, έτοιμα να δεχθούν τον κάθε συμβιβασμό και την κάθε προσβολή και
βίαιη συμπεριφορά μη έχοντας άλλη διέξοδο.

Ένα τέτοιο πλάσμα συλλαμβάνει και ο Γ.Σ. και του δίνει μέσα από τη
θεατρική γραφίδα του σάρκα και οστά. Είναι η «Αγγέλα» του. Βέβαια, δεν είναι
δύσκολο να τη φανταστεί καθώς ο δραματουργός ζούσε εκείνη την περίοδο στην
Ελλάδα και αντιλαμβανόταν τέλεια την πραγματικότητα γύρω του. Ωστόσο,
αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τη χώρα και να καταφύγει στη Μόσχα λόγω των
πολιτικών του φρονημάτων. Η Αγγέλα γράφτηκε το 1957 στη Ρωσία και δεν
άργησε να παρασταθεί στο εξωτερικό αλλά και να μεταφραστεί σε πολυάριθμες
γλώσσες.

Η Αγγέλα έχει παρόμοια με τις άλλες «δούλες των Αθηνών» πορεία: Είναι επαρχιωτοπούλα
και οικονομικά εξαθλιωμένη. Η ίδια είναι ορφανή και στα 17 της χρόνια δεν έχει
δει ποτέ θάλασσα. Η συγκεκριμένη κοπέλα έχει επίσης χάσει τον αδελφό της Βασίλη
στο συμμοριτοπόλεμο. Ο φανατισμός του Βασίλη και η συμμετοχή του στο αντάρτικο τού
κόστισαν τη ζωή, ενώ νωρίτερα είχε οδηγήσει και τους γονείς του στο θάνατο λόγω
του καημού που τους έφερε η επιλογή του. Η Αγγέλα τού καταλογίζει ευθύνη για
την κατάντια της.

Τα δραματικά γεγονότα εκκινούν σκληρά από το σημείο όπου η Τασία, μια
υπηρέτρια σε πολυκατοικία του Πειραιά, αυτοκτονεί. Η αστυνομία καταφθάνει και
ζητά από όσες άλλες υπηρέτριες τη γνωρίζανε να καταθέσουν. Η λόγος της αυτοχειρίας
της είναι σκοτεινός. Τα στόματα μένουν κλειστά μα η υπόθεσή της θα βασανίσει
τόσο την Αγγέλα που την αντικαθιστά όσο και τον αδελφό της Λάμπρο, ο οποίος
απολύεται μετά από δύο χρόνια από το ναυτικό και προσπαθεί μάταια να ορθοποδήσει.

uΚυνικός αρχικά,
θα χορέψει για να ξεχάσει τον θάνατο της Τασίας λέγοντας «οι ζωντανοί με τους ζωντανούς
και οι πεθαμένοι με τους πεθαμένους» 

uΑπογοητευμένος στη συνέχεια καθώς η ανεργία μαστίζει
τον πληθυσμό γεννώντας του το εύλογο ερώτημα πάνω στην αναπόφευκτη υποχρέωση
του κάθε νεαρού άντρα να υπηρετήσει την πατρίδα και την ανύπαρκτη στη συνέχεια υποχρέωση
της πατρίδας να προσφέρει το παραμικρό σ’ αυτόν που έχει ανάγκη να ξεκινήσει τη
ζωή του

uΕκδικητικός
στο τέλος, θα θελήσει να σκοτώσει τον φονιά/ηθικό αυτουργό της Τασίας με την
απονομή της δικαιοσύνης με πολιτισμένο τρόπο να μην του αρκεί

Η Αγγέλα του Σεβαστίκογλου, η κοπέλα που δεν έχει στον ήλιο μοίρα όπως καμιά
εξάλλου, δεν ομοιάζει με τις υπόλοιπες υπηρέτριες που εργάζονται στα γύρω
σπίτια. Κι όχι μόνο γιατί δεν κλέβει και γιατί δεν ονειρεύεται να γίνει σταρ
του σινεμά, όχι απλά γιατί είναι τίμια, αλλά γιατί είναι ρεαλίστρια, γιατί
αγαπάει τη λογική και τη δικαιοσύνη, γιατί δεν μπορεί το ξύλο του αφεντικού της
(κι ας της λένε ότι η σωματική βία είναι δεδομένη αφού κι ο δάσκαλος κι ο
πατέρας κι ο σύζυγος βαράνε – γιατί όχι και ο εργοδότης;) γιατί οραματίζεται
την ελάχιστη διαφυγή μέσω της εργασίας σε εργοστάσιο (εντούτοις και από εκεί
απολύεται μαζικά κόσμος, όπως ακούμε στο έργο…), γιατί θέλει να ερωτευθεί,
γιατί αφοσιώνεται στον Λάμπρο αλλά και ξέρει να φυλάγεται από σωματέμπορες, όπως
είναι ο Στράτος, ο άπιστος εραστής της Γεωργίας, μιας άλλης υπηρέτριας που τον
υπομένει ψυχαναγκαστικά (παρακολουθούμε να τη χτυπάει και τον ανέχεται αλλά και
να συνεχίζει να τον ζηλεύει και να τον υποστηρίζει στις βρωμοδουλειές του).

Παρόλα αυτά, δεν είναι όλα στο χέρι της: ο Λάμπρος πείθεται να μπαρκάρει
για τη Βενεζουέλα κάνοντας το μέλλον να είναι ακόμα πιο αβέβαιο δεδομένου ότι
θα απουσιάσει τουλάχιστον δύο χρόνια. Σε αυτό τον ωθεί ο Στράτος, ο οποίος έχει
ανάμειξη στον θάνατο της Τασίας και δεν τον συμφέρει προφανώς καμιά έρευνα και
αναμόχλευση της ιστορίας αυτής. Χρήματα δεν διαθέτει κανένας τους, ούτε για τις
βασικές ανάγκες. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ότι ο Λάμπρος κοιμάται ακόμα
και μέσα σε φέρετρο…! Το να πάνε οι δυο τους στο χωριό της ακούγεται σαν μια
λύση αλλά κι αυτή χωρίς εγγυήσεις. Η Αγγέλα στέκεται στη μέση του παραλογισμού,
της κοινωνικής σαθρότητας, του μίσους ως αντίδραση στην αδικία, της ζήλιας, της
αθλιότητας και της απανθρωπιάς.

Όπως και να χει όμως, ο δραματικός αυτός χαρακτήρας γίνεται μια κραυγή
απέναντι στην κοινωνική παρακμή της τότε δεκαετίας (μαζί με μια ευθεία κριτική και στην εκκλησία και τη θρησκοληψία) αλλά και μια βροντερή
υπενθύμιση, ερχόμενοι πια στο σήμερα, ότι δεν θα πρέπει επ’ ουδενί η Ελλάδα να
επιστρέψει στο μαύρο αυτό σκηνικό, με κοπέλες όπως η Σπυριδούλα (το γνωστό
εκείνο δεκατριάχρονο κοριτσάκι) που κυριολεκτικά σιδερώθηκε από τους δυνάστες
εργοδότες, όπως η Νέρα (καλλιτεχνικό όνομα από το Νεραντζιά) που εκπορνεύτηκε, όπως
η Τασία που έπεσε θύμα μαστροπών με πλαστό πιστοποιητικό γέννησης.

 

   «Δουλειά εδώ για μας δεν έχει.
Πείνα και κρύο έχει»

 

Η σκηνοθεσία του Δημήτρη Κανέλλου είναι εξαιρετική! Αναλαμβάνει έναν πολυμελή
θίασο (καθώς το έργο είναι πολυπρόσωπο) ο οποίος, παρότι ερασιτεχνικός, φέρνει
εις πέρας ένα αριστοτεχνικό κείμενο, όπως αυτό που είχαμε τη χαρά να παρακολουθήσουμε
στο καλαίσθητο και φιλικό θέατρο
Olvio
του Βοτανικού.

Προσωπικά, ξεχώρισα ποικίλες άριστες σκηνοθετικές στιγμές όπως:

uΤον χορό
του Λάμπρου πίσω από το σεντόνι

uΤη βιαιοπραγία
του Στράτου στη Γεωργία

uΤην
απαξίωση νωρίτερα της Αγγέλας όταν πρωτοήρθε να δουλέψει στην οικογένεια Παππά

uΚαι φυσικά
την τελευταία στιγμή με τον αποκριάτικο χορό όπου τα σχοινιά της μπουγάδας
λύθηκαν και έγιναν γαϊτανάκι. Αναμφίβολα, άριστα δέκα γι’ αυτή τη σκηνή στον κ.
Κανέλλο!

Ιδιαιτέρως όμως ξεχώρισαν και τα ρούχα και τα σκηνικά. Παραδείγματα όλη η
απλωμένη μπουγάδα της ταράτσας αλλά και τα παπούτσια εποχής του Στράτου.

Η Αγγέλα του Γ.Σ. είναι από τις πιο σπουδαίες παρακαταθήκες που
έχουμε στο νεότερο θεατρικό / δραματουργικό μας τοπίο. Και θα είναι πάντα
επίκαιρη και γοητευτική κι ας μην έχουμε πια «δούλες» που στριμώχνονται στα
άβολα δωμάτια υπηρεσίας (που προβλέπονταν εξ αρχής στη δόμηση των πολυκατοικιών
– σημάδι απανθρωπιάς και αηδίας) γιατί πάντα θα μας κατακτά με το πείσμα της και
το τσαγανό της.

 

«ΘΑ ΖΗΣΕΙ;;;»

Σχόλια

Δεν υπάρχουν ακόμη σχόλια. Γιατί δεν ξεκινάτε τη συζήτηση;

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *