Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ                            ΕΜΠΟΡΑΚΟΥ

          του Άρθουρ Μίλερ

 

       Με τον Βλαδίμηρο
Κυριακίδη

 

Θέατρο «ΖΗΝΑ»

Λ.
Αλεξάνδρας 74, Αθήνα

 

ΑΠΟΔΟΣΗ – ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ – ΦΩΤΙΣΜΟΙ – 

     ΜΟΥΣΙΚΗ ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΓΙΩΡΓΟΣ ΝΑΝΟΥΡΗΣ

 

Κυριακή, 8 Οκτωβρίου
2023

19.30 μ.μ.

 

Κριτική
ανάλυση

της Μαρίνας
Αποστόλου

 

«Δουλεύεις πενήντα εβδομάδες τον
χρόνο για δύο εβδομάδες διακοπές ενώ το μόνο που θες είναι να είσαι ελεύθερος»

 

         Η ΑΠΟΣΥΝΘΕΣΗ
ΤΟΥ ΑΤΟΜΟΥ

 

Στον δραματουργό
Άρθουρ Μίλερ επιμένει και φέτος ο σκηνοθέτης Γιώργος Νανούρης, αυτή τη φορά καταπιανόμενος
με το αριστούργημά του Ο θάνατος του εμποράκου. Στον πρωταγωνιστικό ρόλο
του Γουΐλι Λόμαν ο Βλαδίμηρος Κυριακίδης.

Σε ένα λιτό,
σκοτεινό σκηνικό με το γκρίζο χρώμα να επιβάλλεται αλλά και μια ευρύχωρη σκηνή,
πολύ λειτουργική κυρίως χάρη στο ότι περιστρέφεται (η κινούμενη σκηνή
εξυπηρέτησε πολύ αποτελεσματικά τόσο τη διαδοχή των δραματικών γεγονότων από το
ένα στο άλλο και από το παρόν στο παρελθόν και πίσω όσο και την
απόδοση/αναπαράσταση της συναισθηματικής θερμοκρασίας που ανεβαίνει συχνά κατά
τη διάρκεια της παράστασης) ο Γιώργος Νανούρης τοποθετεί με μια εντυπωσιακή
ακρίβεια τους δρώντες αρχής γενομένης με τον ίδιο τον έμπορο – πλασιέ Γουΐλι
Λόμαν. Από την εναρκτήρια σκηνή κιόλας ο θεατής παρακολουθεί την εξαιρετική
εμφάνιση του Βλαδίμηρου Κυριακίδη που, χωρίς να μιλάει, συστήνει στο κοινό τον
εαυτό του: φοράει σακάκι, καπέλο,
κρατάει δύο βαλίτσες από μία σε κάθε χέρι, τα βήματά του αργά, πραγματοποιούνται
με δυσκολία, σκύβει ελαφρώς, το βλέμμα του στο κενό, στο άπειρο, στο ανύπαρκτο
μέλλον, ξεροκαταπίνει… Το στίγμα του κουρασμένου και ταλαιπωρημένου ανθρώπου, που
δεν είναι πια νέος και το ίδιο αποδοτικός όπως κάποτε, έχει δοθεί μεμιάς στο
κοινό με πολύ γοητευτικό τρόπο προαναγγέλλοντας μια υπέροχη παράσταση.

Πολύ σύντομα
βλέπουμε μια γυναίκα με ρόμπα και θλιμμένο ύφος, συνομήλική του, επίσης αποκαμωμένη
˙ της ακουμπάει το κεφάλι και
αντιλαμβανόμαστε ευθύς αμέσως πως πρόκειται για τη γυναίκα του.

-Γιατί
γύρισες;

-Δεν τα
κατάφερα…

 

ΟΛΗ ΜΑΣ Η ΖΩΗ ΕΝΑΣ ΣΤΟΧΟΣ ΠΟΥ
ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΦΘΑΣΟΥΜΕ…

 

Ο Γουΐλι Λόμαν
είναι ένας πλασιέ, εργαζόμενος σε μια μεγάλη εταιρεία που για να πουλήσει τα
προϊόντα της χρειάζεται να διανύσει μεγάλες, ατέρμονες αποστάσεις και να
περάσει ατελείωτες ώρες μοναξιάς μέσα στο αυτοκίνητο. Για να θεραπεύσει αυτό το
κενό, έχει συνάψει στο παρελθόν σχέση με πελάτισσά του, κρυφά φυσικά από την
οικογένειά του, η οποία τον έχει επιλέξει μεταξύ πολλών άλλων συναδέλφων του, όπως
την ακούμε να δηλώνει. Στον παρόντα όμως χρόνο, είναι πλέον μεγάλος ηλικιακά,
δεν είναι δυνατόν να αποδώσει όπως νέος και στην ουσία δεν λαμβάνει μισθό παρά
ένα μικρό ποσό σαν αρχάριος εργαζόμενος. Η συνθήκη αυτή, την οποία αρνείται να
παραδεχτεί παραληρώντας και επιστρέφοντας στο «ένδοξο» παρελθόν του, τον υποχρεώνει
να δανείζεται διαρκώς χρήματα από τον φίλο και γείτονά του Τσάρλι, που παρουσιάζεται
σαφώς πιο επιτυχημένος και πιο στέρεος. Και πάλι όμως, οι ανάγκες μιας οικογένειας
είναι πολλαπλές και είναι αδύνατον να καλυφθούν με δανεικά χρήματα. Η Λίντα, η
σύζυγος του Γουΐλι, γνωρίζει άριστα την κατάσταση στην οποία έχουν περιέλθει
και συμπονάει τον άντρα της βάζοντάς τον πιο πάνω και από τους γιους της. Τον
σέβεται για όσα έχει προσφέρει επί δεκαετίες και λυπάται για το πώς έχει
εκείνος καταντήσει. Ωστόσο, την ύστατη στιγμή, του προτείνει τη λύση του να μην
ξαναταξιδέψει για τη δουλειά αλλά να ζητήσει μια θέση πιο σταθερή και μάλιστα
να πάρει και μια προκαταβολή που θα τους επιτρέψει να καλύψουν σημαντικές
υποχρεώσεις. Παράλληλα, με το ζευγάρι συνυπάρχουν και συν-δρουν οι δυο τους γιοι,
ο Μπιφ και ο Χάπυ που κινούνται αμφότεροι στο ίδιο πλαίσιο της αμερικανικής
κοινωνίας και των αξιών που αυτή προάγει. Ανυπόταχτοι, κυρίως ο Μπιφ που
προτιμάει μια ζωή στη φύση και όχι μια καριέρα πωλητή που απαιτεί δεξιότητες
που ο ίδιος στερείται, χαράσσουν ο καθένας τη δική του πορεία με σημαντικές όμως
αποκλίσεις: ο Μπιφ κλέβει αντικείμενα, έχει αποτύχει να περάσει στο πανεπιστήμιο
λόγω των μαθηματικών, έχει κλειστεί ακόμα και στη φυλακή για παράνομη πράξη
του, ενώ οι επιτυχίες του στο μπάσκετ έχουν παρέλθει ανεπιστρεπτί. Ο Χάπυ πάλι
δεν είναι παρά ένας απλός υπάλληλος που εποφθαλμιά τον αξιοσέβαστο προϊστάμενό
του ενώ ξοδεύεται σε ερωμένες που του δίνουν χαρά, μακριά από το πατρικό σπίτι.
Είναι ίσως ο μόνος που μπορεί να βοηθήσει τους γονείς του.

Η έκβαση θα
είναι τουλάχιστον τραγική με τον Γουΐλι να μην φθάνει τον στόχο του αλλά να
επιλέγει τη μοίρα του. Εδώ παρακολουθούμε το άτομο, στην υλιστική,
καπιταλιστική κοινωνία του δυτικού κόσμου, να αποφασίζει το ίδιο για την κατάληξή
του: Όσο και αν υποφέρει, δεν θα γίνει υπάλληλος του Τσάρλι ενώ η αυτοχειρία θα
δώσει το οριστικό τέλος με την οικογένεια να εισπράττει την ασφάλεια ζωής ύψους
20.000 δολαρίων, ένα ποσό που ο Γουΐλι αδυνατεί να της εξασφαλίσει ως ζωντανός.
Ο Γουΐλι αρνείται πεισματικά να γίνει βάρος στα παιδιά του και ας θεωρεί η
Λίντα ότι εκείνα οφείλουν να τον στηρίξουν σε ανταπόδοση. Επίσης, πιστεύει ότι στην
κηδεία του, επιτέλους ο Μπιφ θα τον εκτιμήσει και ας του έχει ήδη τονίσει ο
Τσάρλι πως κανένας άνθρωπος δεν αξίζει νεκρός…

Χαρακτηριστικό
δραματικό πρόσωπο είναι ο Μπιφ, με τον οποίο συγκρούεται συνεχώς ο Γουΐλι διότι
η σχέση τους ήταν ανέκαθεν δύσκολη με τον πατέρα να προβάλλει το εγώ του στο
παιδί (όπως για παράδειγμα τη στιγμή που καυχιόταν για την υπεροχή του Μπιφ στο
μπάσκετ ή όταν του φούσκωνε τα μυαλά ότι αξίζει πολλά στη δουλειά και ας μην
είχε ακαδημαϊκή κατάρτιση) αλλά και να προδίδει την αγάπη στη μητέρα του με την
εξωσυζυγική σχέση που διατηρούσε και τις μεταξωτές κάλτσες που δώριζε στην ερωμένη
την ίδια στιγμή που η Λίντα μάνταρε για οικονομία τις δικές της…

Ύλη,
πράγματα, λεφτά, αριθμοί, μισθοί, ποσοστά, δάνεια, δόσεις, καινούργια
αντικείμενα, πόσα θα πάρεις, πόσα θα σου δώσει, ανάγκες που πολλαπλασιάζονται, απωθημένα,
κτητικότητα, συμφέροντα και απώλειες, απολαύσεις σαρκικές και στη μέση όλων
αυτών ο άνθρωπος που ανήκει στο χρήμα και δεν ανήκει αυτό σε εκείνον. Ένα σπίτι
που ξεχρεώνεται, μια φιλοδοξία και ένας στόχος που θα αποδειχθεί οικτρή
ματαιότητα όταν δεν θα υπάρχει κανείς για να το κατοικήσει. Κυνισμός,
απανθρωπιά, σκληρότητα, μίσος, τυχοδιωκτισμός, υπέρμετρος εγωισμός και
διαταραγμένη σχέση με την πραγματικότητα είναι οι βασικοί άξονες μιας φρενήρους
κοινωνίας όπου αν χάσεις τη δουλειά σου είσαι ένα μηδενικό, ένα τίποτα. Και αν
επιλέξεις να φύγεις από τη ζωή μόνος σου, οι όποιοι γνωστοί και σε φίλοι δεν θα
έρθουν για το ύστατο χαίρε με τη δικαιολογία ότι δεν έπρεπε ναι γίνει έτσι…
στην ουσία όμως θα σε έχουν ξεχάσει γιατί δεν είχες πια λεφτά και όνομα στην
πιάτσα.

Όλα τα
δραματικά πρόσωπα του Μίλερ επιδέχονται βαθιά ψυχανάλυση. Ακόμα και η ερωμένη,
στερεοτυπικά παρουσιασμένη από τον Αμερικάνο δραματουργό και δοσμένη μοναδικά από
τον Νανούρη με σατέν νυχτικό, βαμμένα νύχια, ξανθιές ανταύγειες, πέρλες και
κυνικό, προκλητικό ύφος χωρίς να υπολογίζει συνέπειες (ζητάει ωμά τις μεταξωτές
κάλτσες μπροστά στον γιο του Λόμαν). Εξαιρετική στην ερμηνεία του ρόλου αυτού η
Κατερίνα Μάντζιου τόσο με τον τρόπο που γελάει ηχηρά όσο και με τον τρόπο που
κινείται, θέλγει τον έμπορο, κρύβεται μόλις έρχεται ο γιος αλλά και σοβαρεύει
απότομα όταν θέλει προτού φύγει να λάβει αυτό που της πρέπει.


Πιο κυνικός όμως
ακόμα και ανάλγητος είναι ο Χάουαρντ, το αφεντικό του Γουΐλι, που μπορεί να κληρονόμησε μια
επιχείρηση συντηρώντας την με όπλα τη σκληρότητα και την ακαμψία του αλλά δεν
κληρονόμησε και τις ηθικές αξίες του γονιού του. Ο Γιάννης Βαρβαρέσος, που
υποδύεται τον νεαρό επιχειρηματία, δείχνει να είναι πραγματικά κτήμα του το
δραματικό κείμενο, να το ελέγχει, να το χειρίζεται με μαεστρία και να το
προσφέρει στο κοινό με πολύ μεγάλη άνεση. Πραγματικά, τον απόλαυσα και για τον
λόγο ότι μόλις βγήκε στη σκηνή δεν τον αναγνώρισα μεμιάς, γεγονός που
πιστοποιεί τη δυνατότητά του να μεταμορφώνεται χωρίς να περιορίζεται σε μια και
μόνο μανιέρα.

Θέλω να πω
ένα μεγάλο μπράβο από καρδιάς στον Κωνσταντίνο Γώγουλο που έπαιξε τον ζόρικο
ρόλο του Μπιφ με τη ροπή στην κλοπή (μια από τις τρανταχτές αποδείξεις της μανίας
του υλισμού) και τις συχνές διαμάχες με τον πατέρα του. Σαν αθλητής κράτησε τις
δυνάμεις του για το δεύτερο μέρος της παράστασης όπου πλέον βροντοφωνάζει την
πλήρη αλήθεια για τις πραγματικές δυνατότητές του πριν και τώρα. Με άφησε άφωνη
τη στιγμή που έβαλε τα πράγματα στη θέση τους ταρακουνώντας τον Γουΐλι που επί
χρόνια βαυκαλιζόταν ως προς το πρόσωπό του. Κι όμως, πατέρας και γιος ομοιάζουν
αρκετά: αγαπούν τη φύση. Ο πατέρας αγανακτεί με το αστικό τοπίο που χάνει
καθημερινά την ομορφιά του χωρίς ίχνος φυσικής ομορφιάς, χωρίς ο ίδιος να
μπορεί ούτε ένα αστέρι να δει στον ουρανό από τα ψηλά κτήρια και τη φωτορύπανση
ενώ και ο γιος δούλευε μέχρι πρότινος ως αγρότης σε φάρμα όπου και θέλει να επιστρέψει.

Δεν έχω
λόγια για την Έφη Μουρίκη, ως Λίντα, που από την έναρξη κιόλας ταυτίζεται με τη
γυναίκα – νοικοκυρά που το παν για αυτήν είναι ο κατάκοπος άντρας της, που
αγνοεί τις απιστίες του μα και ενδόμυχα αδιαφορεί γι’ αυτές ακόμα κι αν έχουν
γίνει, που δεν αντιδρά όταν της απαγορεύει να μιλήσει, που δεν προλαβαίνει να τον αποχαιρετήσει όταν εκείνος αυτοκτονεί. Η
προσπάθειά της να αποτρέψει το μοιραίο γεγονός δεν ευοδώθηκε ενώ είναι εκείνη
που κλείνει την παράσταση με μεγαλείο και συγκίνηση. Πραγματικά,
ανατριχιαστική.

Χαρακτηριστικός
και πειστικός είναι και ο έμπειρος ηθοποιός Δημήτρης Γεροδήμος ως Τσάρλι που
σώζει τον Λόμαν από την καταστροφή, του δίνει ευκαιρίες και προσπαθεί να τον
κάνει να συνέλθει. Είναι ξεκάθαρα η φωνή της λογικής αλλά και η ενσάρκωση της αληθινής
φιλίας όχι μόνο γιατί δανείζει χρήματα στον φίλο του και του προσφέρει εργασία
σχεδόν γονατιστός αλλά και γιατί ανέχεται τον θυμό και τις εξάρσεις του και
πάντα τον συγχωρεί.

Σημαντική η
συμβολή του Ρένου Ρώτα ως Χάπυ που πέτυχε να υποκριθεί σωστά τον νέο άνθρωπο
που προσαρμόζεται ενώ μέσα του βράζει και έχοντας μάθει να ζει για το σήμερα. Μαζί
με τον υπέροχο αυτό θίασο και ο νεαρός ανερχόμενος ηθοποιός Θεοδόσης Τανής ως
σερβιτόρος και μαζί μάρτυρας μιας οικογένειας που αποδομείται με τον ίδιο τον
Χάπυ να αποφεύγει τη συγγένεια με τον πατέρα του αλλά και τον Γουΐλι να του
δίνει
pourboire καθώς τα χρήματα πια για αυτόν δεν έχουν πια σημασία εφόσον η απόφασή του
είναι ειλημμένη.


Βεβαίως, φύλαξα
για το τέλος την τιτάνια ερμηνεία του Βλαδίμηρου Κυριακίδη που όχι απλά έπαιξε
καλά και έπεισε αλλά χωρίς υπερβολή μάγεψε το κοινό που τον χειροκρότησε
παρατεταμένα. Του άξιζε απόλυτα. Ένας εξοντωτικός ρόλος, ένας δραματικός χαρακτήρας
με διαταραγμένη ψυχή, πλέον ένας ‘’loser’’ για τα κριτήρια της κοινωνίας αυτής,
ένας ανθρωπάκος που ακόμα ενθυμείται και ζηλεύει τον αδερφό του Μπεν που
πλούτισε κάποτε στην Αφρική γρήγορα αλλά πέθανε αφήνοντας πίσω του επτά παιδιά και
καμιά κληρονομιά για εκείνον. Ένα κουρέλι που ταπεινώνεται από τον Χάουαρντ
αλλά και ένας πολύ αξιοπρεπής (ή μόνο εγωιστής; Εξαρτάται από την οπτική γωνία…)
άνθρωπος που ήρθε η ώρα να φύγει με το κεφάλι ψηλά. Σπαρακτικές εκφράσεις
προσώπου, παραστατικότατη ενσώματη δράση όταν βαδίζει αποκαμωμένος, όταν
εκρήγνυται, όταν καταρρέει απαξιωμένος, όταν ανοίγει την πόρτα ‘’εξόδου’’ για
να γλιτώσει το αδιέξοδο.

Ο Γιώργος
Νανούρης, που δείχνει να έχει εντρυφήσει το δίχως άλλο στην αμερικανική
δραματουργία του 20ου αιώνα (πέρσι είχε σκηνοθετήσει το Ψηλά από
τη γέφυρα
του ίδιου συγγραφέα ενώ στην καραντίνα μας κράτησε συντροφιά με
την πρωτότυπη σκηνοθεσία του Γυάλινου κόσμου του Τ. Ουίλιαμς), μας ταξιδεύει
έξοχα – με τη βοήθεια της Νικίτας Ηλιοπούλου – σε  μια Αμερική κάθε άλλο παρά κοινωνική χώρα,
όπου το άτομο συνθλίβεται μέσα σε αριθμούς και αναλώσιμα αντικείμενα. Βασικά, είναι αναλώσιμο το ίδιο. Έχει συλλάβει και αποδώσει άρτια το περιεχόμενο του
έργου ενώ στην παράσταση παίζει μαγικά με τους φωτισμούς που συνιστούν ένα από
τα δυνατά ατού της δημιουργίας του στο σύνολο με το μουσικό μοτίβο να ακολουθεί. Πολύ εμπνευσμένη η ιδέα του να
μετατρέψει τα σκηνικά του Γιώργου Γαβαλά από (υποτίθεται) οικιακά έπιπλα σε
μνήματα νεκροταφείου στην τελευταία σκηνή της κηδείας.

Τέλος, θα
ήταν σοβαρή παράλειψη να μην αναφερθώ στα ιδανικά κοστούμια που επέλεξε η Ντένη
Βαχλιώτη.


Όλο το αμερικάνικο όνειρο στριμωγμένο σε δύο βαλίτσες με εμπόρευμα που πια σηκώνεται με δυσκολία σαν να ήτανε πέτρες… Οι βαλίτσες του Γουίλι Λόμαν, το απόλυτο σύμβολο και σήμα κατατεθέν της περιφοράς του ατόμου, του κυνηγητού της ευμάρειας και τελικά της οριστικής αποχώρησης.


Συντελεστές:

Απόδοση –
Σκηνοθεσία – Φωτισμοί: Γιώργος Νανούρης

Σκηνικά:
Γιώργος Γαβαλάς

Κοστούμια:
Ντένη Βαχλιώτη

Μουσική
Επιμέλεια: Γιώργος Νανούρης

Βοηθός
Σκηνοθέτη: Νικίτα Ηλιοπούλου

Φωτογραφίες:
Κατερίνα Τσατσάνη

 

Διανομή

Γουΐλι Λόμαν
– Βλαδίμηρος Κυριακίδης

Λίντα – Έφη
Μουρίκη

Μπιφ –
Κωνσταντίνος Γώγουλος

Χάπυ – Ρένος
Ρώτας

Τσάρλι –
Δημήτρης Γεροδήμος

Γυναίκα –
Κατερίνα Μάντζιου

Χάουαρντ –
Γιάννης Βαρβαρέσος

Σερβιτόρος –
Θεοδόσης Τανής

Παραγωγή:
Θεατρικές Επιχειρήσεις Τάγαρη

Βίντεο:
https://www.youtube.com/watch?v=enkj3adIW1A

Σχόλια

Δεν υπάρχουν ακόμη σχόλια. Γιατί δεν ξεκινάτε τη συζήτηση;

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *