ΚΑΜΕΝΑ ΛΟΥΛΟΥΔΙΑ ΣΤΟ
ΠΑΡΤΕΡΙ
του Ugo
Betti
Θέατρο «Αλκμήνη»
Αλκμήνης 8-12 , Κάτω Πετράλωνα
Σκηνοθεσία: Francesca
Minutoli
Τετάρτη, 18
Οκτωβρίου 2023
6 μ.μ.
Κριτική
ανάλυση
της Μαρίνας
Αποστόλου
Επιτρέπεται να δείξει |
Ένας άντρας που κάθεται σιωπηλός σε
μια πολυθρόνα μέσα στο υποφωτισμένο σαλόνι ενός σπιτιού, μια καμπαρτίνα που
κρέμεται αριστερά της σκηνής, μια γυναίκα που περιποιείται χρυσάνθεμα ενώ
ακούγεται μια περίεργη μουσική… Κατόπιν, κάποιος χτυπάει απρόσμενα την εξώπορτα…
Μια πολύ ατμοσφαιρική παράσταση έχει ήδη ξεκινήσει.
Ένας παλιός γνώριμος του άντρα που
είδαμε μόλις καθιστό επισκέπτεται απροσδόκητα τον τελευταίο. Χωρίς ακόμα να
γνωρίζουμε πολλά, ήδη αντιλαμβανόμαστε πως το κλίμα είναι ηλεκτρισμένο.
Βρισκόμαστε στα σύνορα μιας χώρας με μια άλλη, δεν ξέρουμε ποιες είναι αυτές
και δεν έχει σημασία εν προκειμένω. Από το παράθυρο οι δύο άντρες κοιτάζουν την
κοιλάδα με τα λουλούδια. «Ακούγεται ο αέρας στους θάμνους… ο άνεμος και ύστερα η
σιωπή.»
Η σιωπή είναι μια αυταπάτη |
Ο Giovanni (Μιχάλης Καλιότσος) υποδέχεται ξαφνικά τον παλιό του πολιτικό σύντροφο Tomazo (Τάσος Αντωνίου). Ο Tomazo του προτείνει να επανέλθει
στην πολιτική σκηνή από την οποία απουσιάζει συνειδητά εδώ και καιρό. Ο Giovanni δηλώνει ότι
«έφυγε από την ιστορία για ένα πείσμα… πως ένιωθε χορτάτος, μπουχτισμένος…» και
δείχνει να μην ενδιαφέρεται να επανέλθει παρά τα πιεστικά επιχειρήματα του παλιού
του συνεργάτη. Η επιμονή του Tomazo
για επιστροφή του Giovanni
στα πράγματα παραξενεύει αλλά και πονηρεύει τους θεατές καθώς πρόκειται
για ένα ολοφάνερα γλοιώδες πρόσωπο που δεν αποκαλύπτει πλήρως τα χαρτιά του
αλλά μάλλον κάτι κρύβει, κάτι προσπαθεί να επιτύχει, κάτι από την πλευρά του
δεν είναι σαφές.
Έτσι, αποκαλεί τον Giovanni «θρύλο» και
τότε και τώρα, «μεγάλο», άνθρωπο που ενέπνεε «ελπίδα και αδελφοσύνη» ενώ
υπογραμμίζει πως «η ιστορία είναι μεγάλος σκηνοθέτης» γι’ αυτό και η ανάγκη να
γυρίσει ο Giovanni
στην πολιτική επικαιρότητα είναι επιτακτική.
Δεν θα αργήσει να διαδράσει και με
τη Luiza (Μαρία Μαλταμπέ) τη σύζυγο του Giovanni, μια γλυκύτατη, λυγερόκορμη,
ξανθιά κυρία που ακόμα νοσταλγεί το παιδί της τον Guido, ο οποίος έφυγε από τη ζωή μόλις σε ηλικία δεκαπέντε ετών. Πώς όμως και
γιατί;
Δεν είναι η πρώτη φορά που το νεκρό
παιδί γονιμοποιεί τη σκέψη των δραματουργών. Και όχι απλά το παιδί που δεν ζει
αλλά το παιδί που είναι σαν να βρίσκεται ακόμα εν ζωή καθώς για τη μητέρα του
δεν απεβίωσε ποτέ (Ας θυμηθούμε π.χ. πριν δύο χρόνια στη σκηνή του «Επί Κολωνώ»
το έργο Σιωπηλή λίμνη του Νταβίντ Ντεσόλα). Η απώλεια αυτού του νεαρού
ατόμου γεννάει ερωτηματικά ως προς τις συνθήκες του χαμού του ενώ το ζήτημα της
ευθύνης και πάλι έρχεται στη θεατρική επιφάνεια: Γιατί έπεσε από το παράθυρο;
Ήταν ατύχημα; Γιατί ήταν κλειδωμένη η πόρτα; Ποιος την κλείδωσε; Μήπως ήταν
αυτοκτονία; Ποιος πονάει πιο πολύ; Η μητέρα που ακόμη τον φαντάζεται ζωντανό
και σε μια έκρηξή της κατηγορεί τον άντρα της ως φονιά ή ο πατέρας που για να
παρηγορήσει τη γυναίκα του κατασκεύασε ένα πιστευτό σενάριο που βολεύει και
βοηθάει να αποφευχθεί η σπίλωση της μνήμης του αποθανόντος παιδιού;
Το ζήτημα της απουσίας ιδανικών και
οράματος βασανίζει τον Ιταλό δραματουργό˙ είναι
προφανές. Αυτό σημαίνει ότι δεν στέκεται στην οδύνη που γεννάει ο θάνατος ενός νεαρού
ανθρώπου αλλά εμβαθύνει στα αίτια του συμβάντος τα οποία ξεσκεπάζει προς το
τέλος διά στόματος Giovanni. Η προσωποποίηση
των υψηλών αξιών είναι ο Rosario
(Αλέξανδρος Μαράκης – Μπούρκας), ένα επίσης νέο στην ηλικία άτομο που έχει
συγχωρήσει τους φονιάδες του πατέρα του, έχει γνωρίσει στο νοσοκομείο τον
Νικόλα που αν δεν ήταν στα τελευταία του θα έπαιρνε αυτός την αρχηγία ενώ
ενημερώνει τον Giovanni
για τη συνωμοσία του Tomazo
χωρίς να ξέρει ότι ο Giovanni
είχε ανάμειξη στον θάνατο του πατέρα του Andrea. Θα ήθελε να γίνει και πάλι μωρό, ενώ επιθυμεί να είναι θαρραλέος και
όχι να γεράσει και να καταντήσει πονηρός. Με τη φωτογραφία του πατέρα του
κρεμασμένη στον λαιμό σαν φυλακτό, αποφασίζει να αποτελέσει αυτός το εσωτερικό «ατύχημα»
που θα εξασφαλίσει την πολυπόθητη ισορροπία. Ό,τι ακριβώς είχε συμβεί και με
τον Andrea. Είναι
σίγουρο ότι η ισορροπία δεν επιτυγχάνεται αναίμακτα.
Δολοπλοκίες, ψέματα, μυστικά,
υποκρισία, υπόκρυψη της αλήθειας, διπροσωπία, χειραγώγηση και εξαπάτηση του
λαού: η πολιτική με λίγες λέξεις. Ποιος έχει την ευθύνη; Είναι ωραίο να αγνοείς
την αλήθεια και το παρασκήνιο. Ο Giovanni
λέει εύστοχα σε κάποιο σημείο του έργου: «Ωραία είναι να τρως το φαγητό
σου χωρίς να ξέρεις τι γίνεται στην κουζίνα…»
Ποια είναι η δουλειά του ηγέτη;
Σύμφωνα με τον Giovanni, ο
πολιτικός αρχηγός οφείλει να αλλάξει τις μίζερες φάτσες των προβληματικών και
ιδιότροπων πολιτών της χώρας σε χαρούμενες. Αφού πρώτα τους πείσει ότι είναι «αδικημένοι»
και ότι για όλα φταίνε «οι άλλοι».
«Εμείς και οι άλλοι», «οι φταίχτες
και οι ζημιωμένοι», «το σήμερα και το αύριο», «φαντασία και αλήθεια», «δολιότητα
και ιδεαλισμός», «το από εδώ και από κει», «ζωή και θάνατος», «ανάληψη ευθύνης –
αποφυγή ευθύνης» : ιδού μερικά από τα χαρακτηριστικά δίπολα που διακρίνονται
στο μοναδικής γραφής δραματικό κείμενο της εξαίσιας διάνοιας του Ugo Betti.
Από το κέντρο ενδιαφέροντος του Betti δεν θα μπορούσε λείψει η
βαθιά, ανθρώπινη διάσταση της μοναξιάς και της έλλειψης επικοινωνίας. Γι’ αυτό,
όπως ακούμε στο έργο, κανείς δεν πρέπει να αφήνεται μόνος του ενώ πρέπει ο ένας
να αποκρίνεται στον άλλο όταν του μιλάει, να μην ακυρώνει την προσπάθεια για επαφή.
Όταν πάλι ένας άνθρωπος πληγωθεί
ανεπανόρθωτα, το μόνο που του μένει είναι να εφευρίσκει καταστάσεις μέσα στις οποίες
θα νιώθει ανακούφιση και έστω πλαστή χαρά. Αυτό συμβαίνει με τη Luiza που έχει χάσει τον μοναχογιό
της, αυτό ισχύει και για την περίπτωση του Rosario, που δεν έχει πια τον πατέρα του, όχι όμως στον ίδιο βαθμό με τη
γυναίκα. Ξεχωρίζει και συγκινεί μαζί η σκηνή που η Luiza και ο Rosario
παίζουν κάτι που ομοιάζει με παντομίμα σαν δυο παιδιά στην όχθη μιας
λίμνης όπου και μάλλον πνίγονται. Κι ενώ ο νεαρός Rosario αποδεικνύεται δυνατός, η Luiza γαντζωμένη πάνω στο ψέμα που
έχει κατασκευάσει για χάρη της ο σύζυγός της συμπεριφέρεται σαν μικρό κοριτσάκι
και νιώθει απροστάτευτη όταν εκείνος προσπαθεί να γλιτώσει τον εαυτό του την τελευταία
στιγμή.
Είναι μια παραίσθηση όμως |
Η Francesca Minutoli σκηνοθετεί άψογα το υψηλής αξίας έργο του Ugo Betti σε έναν χώρο ναι μεν
μικρό αλλά στο έπακρο αξιοποιημένο. Όλοι όσοι είδαν την παράσταση μίλησαν για
το μεθυστικό παιχνίδι με τους φωτισμούς, πράγμα που με βρίσκει απόλυτα σύμφωνη
(Μανώλης Μπράτσης). Σκηνές όπως αυτή με τον Giovanni να δηλώνει «εμείς είμαστε
η εποχή» και να βυθίζει το λουλούδι στο ποτήρι προσθέτοντας νερό ή εκεί όπου
διαδρούν Luiza και Rosario σαν μικρά παιδιά καθώς και η σκηνή με το μικρό
αγόρι επί σκηνής την ώρα που ο Giovanni θυμάται τον γιο του σε
μικρή ηλικία αγγίζουν την ψυχή του θεατή, ταρακουνούν τη σκέψη του, μαγνητίζουν
την προσοχή του, που ούτως ή άλλως καθόλη τη διάρκεια της παράστασης δεν μπορεί
να εφησυχάσει στιγμή. Τέτοια πυκνότητα γραφής διαθέτει αυτό το δραματικό κείμενο.
Προσωπικά, μου άρεσαν και οι τέσσερις ηθοποιοί,
ήταν εξαιρετικοί, πειστικοί, σαν να έχουν βγει όντως από το τοπίο απομόνωσης
και συγχρόνως επαναφοράς στη δράση που περιγράφει ο Ιταλός δραματουργός. Ιδιαιτέρως,
μου έκανε εντύπωση ο ηθοποιός Τάσος Αντωνίου που ενσάρκωσε εξαιρετικά τον πρώην
συνεργάτη του Giovanni και νυν «εισβολέα» στον
ιδιωτικό του χώρο που αποπειράται να τον μεταπείσει ενώ στην ουσία είναι και ο ίδιος
έρμαιο των εξελίξεων. Ο Μιχάλης Καλιότσος ερμήνευσε τον πρώην ηγέτη, τον σύζυγο
και κάποτε πατέρα (αν και ένας γονιός παραμένει γονιός κατ’ εμέ ακόμα και αν το
παιδί του χαθεί) με ψυχραιμία, χωρίς στόμφο αλλά με εσωτερικότητα αφήνοντας τις λέξεις
του ρόλου του να μιλήσουν από μόνες του. Η Μαρία Μαλταμπέ μου φάνηκε ότι
ταυτίστηκε κυριολεκτικά με την αδύναμη και τρυφερή Luiza. Είναι πολύ γλυκιά και η
επιλογή της για τον ρόλο αυτό ιδανική. Τέλος, ο Αλέξανδρος Μαράκης – Μπούρκας
γίνεται ένα με τον νεαρό ιδεολόγο με ενσυναίσθηση που δεν μένει στα λόγια αλλά
τα εφαρμόζει στην πράξη.
Η ανάγκη να πιστεύεις σε κάτι ανώτερο και ιερό
είναι αδήριτη στη ζωή του ανθρώπου. Στην αντίθετη περίπτωση, ο άνθρωπος πέφτει
σε τέλμα και τελικά αυτό-μηδενίζεται και αφανίζεται.
Τα βουνά δεν έχουν |
ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ
- Συγγραφέας: Ugo
Betti - Μετάφραση: Francesca
Minutoli – Τάσος Αντωνίου - Σκηνοθεσία: Francesca Minutoli
- Βοηθός Σκηνοθέτη: Αλέξανδρος Μαράκης – Μπούρκας
- Σκηνικά: Κική
Μήλιου - Κοστούμια: Μαρία
Ντάρμου - Μουσική-ηχητικό περιβάλλον: Νίκος Αρκομάνης
- Επεξεργασία ήχου: Play Recording Studio
- Σχεδιασμός φωτισμού: Μανώλης Μπράτσης
- Φωτογραφίες – τρέιλερ: Γιώργος Δανόπουλος
- Δημιουργία αφίσας: Γιώργος Βαχάρης
Παίζουν: Μιχάλης
Καλιότσος, Τάσος Αντωνίου, Μαρία Μαλταμπέ, Αλέξανδρος Μαράκης – Μπούρκας