ΧΟΡΕΨΕ ΜΕ, ΠΑΤΕΡΑ
της
Κατερίνας Αντωνιάδου
Θέατρο «Αργώ»
Ελευσινίων
15
Μεταξουργείο
Σκηνοθεσία:
Γιώργος Αρμένης
Ερμηνεία: Γιώργος
Αρμένης και Κατερίνα Αντωνιάδου
Τρίτη, 9
Απριλίου 2024
9 μ.μ.
Αναλύει η
Μαρίνα Αποστόλου
«Η μνήμη είναι η ευφυΐα των χαζών… Οι ηλίθιοι
είναι οι άνθρωποι του μέλλοντος»
Θα ξεκινήσω αντίστροφα. Από το
τέλος αυτή τη φορά και την υπόκλιση των δύο υποκριτών επί σκηνής. Κι αυτό
διότι, ο τρόπος υπόκλισης των ηθοποιών όταν ολοκληρώνεται η παράσταση στην
οποία παίζουν μαρτυράει στοιχεία για την ποιότητά τους. Αυτό λοιπόν που πρόσεξα
και νιώθω την ανάγκη να πω είναι ότι ο Γιώργος Αρμένης παραμένει το ίδιο ταπεινός,
απλός και πάντα ευγνώμων απέναντι στο κοινό, όπως τον θυμόμουν να είναι και παλιότερα.
Δίχως ίχνος ναρκισσισμού, δεν παραλείπει να εκφράσει λεκτικά το πραγματικό του «ευχαριστώ»
στους θεατές και αυτό τον τιμά ιδιαιτέρως. Το ίδιο ισχύει και για τη μαθήτριά
και συμπρωταγωνίστριά του που έχει συγγράψει το δραματικό κείμενο, την Κατερίνα
Αντωνιάδου. Η σεμνότητα είναι μια αρετή που δείχνουν να μοιράζονται αμφότεροι.
Δεν μου κάνει καμιά εντύπωση που ο
Γιώργος Αρμένης εκτιμάει και υποστηρίζει την Κατερίνα Αντωνιάδου. Και έπραξε
άριστα που αποφάσισε να σκηνοθετήσει το έργο της αλλά και να ερμηνεύσει τον
ρόλο του πνευματικά άρρωστου πατέρα της. Η νέα αυτή δραματουργός ξεχωρίζει
πραγματικά, είναι αξιέπαινη χάρη σε αυτό που έγραψε και με επιβεβαιώνει όταν με
καμάρι λέω: «Είμαστε υπερήφανοι για το σύγχρονο ελληνικό θέατρο».
Πόσοι και πόσοι άντρες δεν
κατέβηκαν από τα χωριά τους στην Αθήνα (αφήνοντας πίσω βιώματα ανεξίτηλα όπως
μάνες σαν «κοντόχοντρες Αφροδίτες» και τραχανάδες μαγειρεμένους με βούτυρο
γίδας…) για να περάσουν μια ζωή πιο αστική δουλεύοντας σε γραφεία όπως εν
προκειμένω στην τράπεζα, να κάνουν παιδιά για λόγους κυρίως κοινωνικούς αλλά
πάνω απ’ όλα να κοιτάξουν μόνο τον εαυτό τους και την καλοπέρασή τους… Ο άντρας
αυτός, γέρος πια και χωρίς πνευματική υγεία, είναι ένας τύπος που πολλοί ίσως
έχουμε ξανασυναντήσει.
Η σχέση που διατηρούμε με ένα άλλο
πρόσωπο και κυρίως η σχέση με τα παιδιά μας μοιάζει με ένα οικοδόμημα: ό,τι
υλικά βάλαμε και όσο προσεκτικά το φτιάξαμε, τόσο θα κρατήσει. Η αγάπη του
γονιού για το παιδί, η τρυφερότητα, η κατανόηση και η συμπαράσταση, η διαρκής
παρουσία, η τοποθέτηση του «εγώ» σε δεύτερη μοίρα, χωρίς βεβαίως υπερβολές,
είναι τα στοιχεία εκείνα που θα θωρακίσουν το άτομο και θα δημιουργήσουν γύρω
του ένα ισχυρό πλέγμα κάλυψης. Τα συναισθήματα αυτά δεν είναι προαιρετικά, κάθε
άλλο˙ Είναι η ασπίδα προστασίας που
μπορεί να προσφέρει ένας γονιός στο τέκνο του ούτως ώστε εκείνο να είναι ικανό
ψυχολογικά να σταθεί στα πόδια του και να επιβιώσει.
Αξίζει άραγε να ασχοληθεί κανείς
και να γηροκομήσει έναν ασθενή ηλικιωμένο πατέρα, όταν εκείνος έχει
συμπεριφερθεί άσχημα την εποχή που ήταν καλά και τα παιδιά του ήταν μικρά; Η
λογική απάντηση είναι όχι και ξεπερνάει την ανωτερότητα και την ανύπαρκτη ηθική
υποχρέωση που επιβάλλει η ελληνική παράδοση. Εντούτοις, η νεαρή γυναίκα που παρακολουθούμε
επί σκηνής του δίνει μια δεύτερη ευκαιρία, δίνει βασικά μια δεύτερη ευκαιρία
στη σχέση τους πασχίζοντας απεγνωσμένα την ύστατη στιγμή να την διασώσει, έστω
και μάταια.
Στο δελτίο τύπου της παράστασης, η κόρη
χαρακτηρίζεται ως υστερική. Εγώ όμως δεν είδα μια τέτοια γυναίκα. Είδα ένα
πληγωμένο παιδί, είδα έναν άνθρωπο να προσπαθεί και ας αποτυγχάνει, δεν έχει
σημασία, θέλει να πιστεύει ότι κάτι μπορεί εν τέλει να καταφέρει. Είδα ένα
δραματικό πρόσωπο που έχει στερηθεί πολλά στη ζωή του: την υγεία του σε νεαρή
ηλικία, την περίοδό του, άρα και τη μητρότητα, τον πατέρα του, την οικογενειακή
χαρά και θαλπωρή, το ειλικρινές ενδιαφέρον. Είδα μια δρώσα να αγωνίζεται να
βρει τον μπαμπά που δεν είχε, να μην ξέρει πού να στηριχτεί, δεδομένου ότι το
μόνο που διαθέτει είναι μια δουλειά κι αυτήν κοντεύει να τη χάσει διότι η
κούραση που νιώθει λόγω του πατέρα της και της φροντίδας που του προσφέρει
καθημερινά την εξαντλεί και δεν της επιτρέπει να αποδώσει ικανοποιητικά. Ασφαλώς,
δεν έχει προσωπική ζωή, δεν έχει σχέση παρότι πολύ νέα, δεν έχει ελεύθερο χρόνο
καλά – καλά εξαιτίας της συνθήκης αυτής.
Η επικρατούσα κατάσταση εισάγεται
ήδη από την εναρκτήρια σκηνή οπότε και η κόρη συνομιλεί στο κινητό της τηλέφωνο
με τον αδελφό της. Εκεί ενημερωνόμαστε ότι ο πατέρας της δεν είναι αυτόνομος, η
ίδια έχει επωμιστεί την καθημερινή του φροντίδα ενώ η λύση θα ήταν μια κυρία
αποκλειστική νοσοκόμα/γηροκόμος ή μη, την οποία δύναται ο πατέρας να αμείψει με
βάση την καλή σύνταξη που εισπράττει.
Η αλήθεια είναι ότι η κόρη θα
μπορούσε κάλλιστα να προσλάβει μια τέτοια εργαζόμενη για να ασχοληθεί με τον
πατέρα της και η ίδια να συνεχίσει τη ζωή της. Δεν το πράττει όμως. Η άνοια,
από την οποία υποφέρει ο πατέρας της, αποτελεί για αυτήν τη «μεγάλη» και
τελευταία της ευκαιρία να αναδομήσει τη σχέση τους. Αυτό που με έκανε να
στενοχωρηθώ πιο πολύ είναι ότι ο πατέρας, έτσι όπως παρουσιάζεται στο έργο,
είναι ένας άνθρωπος που και γερός να μην ήταν και να θυμόταν και να κατανοούσε το
παιδί του πάλι η προσπάθεια της τελευταίας θα έπεφτε στο κενό. Ένας πατέρας που
φέρνει τις ερωμένες στο σπίτι όπου στεγάζονται τα παιδιά του και απαιτεί από
αυτά να τους μιλάνε στον πληθυντικό, ένα άτομο που όταν χειρουργείται το παιδί
του απέχει και δεν το επισκέπτεται καν στην κλινική, ένας τύπος που του
δίδονται πολλές ευκαιρίες να διορθωθεί (όπως για παράδειγμα όταν τραγουδάει αμανέδες
τα ξημερώματα και η κόρη του τον χαίρεται και τον συγχωρεί…) και τις πετάει,
είναι ένας άνθρωπος που ενεργεί συνειδητά, όχι απλά δεν μετανιώνει αλλά μέσα
στο μυαλό του και σύμφωνα με τις δικές του (απ)αξίες έχει και δίκιο.
Οι αναμνήσεις δεν είναι πάντα υποφερτές.
Συχνά, για πολλούς, ιδίως όταν είναι δυσάρεστες, γίνονται βαρύ φορτίο και τους γονατίζουν. Ένα παιδί έχει απεριόριστη ανάγκη να ακούσει έναν καλό
λόγο από τον γονιό του. Εξάλλου, όπως ακούμε κατά τη διάρκεια της παράστασης «για
μια επιβεβαίωση ζούμε όλοι». Η συγχώρεση είναι μεγάλη υπόθεση, ζόρικη υπόθεση,
εγωιστική εν μέρει για να νιώσουμε εμείς οι ίδιοι όμορφα αλλά και επιλογή/κίνηση
που θα πρέπει να αξίζει για να προβείς σε αυτή.
Ο πατέρας θυμάται για μια στιγμή
αχνά την κόρη του: ήταν άσχημη, λέει, αλλά είχε ωραίο στήθος. Όπως μεγάλο και
ωραίο στήθος είχε και η μάνα του στο χωριό. Την είχε παρενοχλήσει συν τοις
άλλοις; Υπονοείται αλλά δεν δηλώνεται ξεκάθαρα. Σίγουρα, της φερόταν άσχημα και
την είχε εξυβρίσει όπως κάνει και επί σκηνής όταν θεωρεί πως είναι κάποια που
έχει έρθει να τον κλέψει. Κι η κόρη όμως βγάζει τη φούστα της και τον χτυπάει
με μένος. Τα συναισθήματά της είναι προφανώς ανάμικτα: θυμός, μίσος,
απογοήτευση, ελπίδα, αγάπη, νοιάξιμο…
Οι θεατές κλυδωνίζονται και
συγκινούνται σε πολλά σημεία της παράστασης. Εκεί όμως που προσωπικά
ανατρίχιασα ήταν η στιγμή που η κόρη ονειρευόταν να ξαναμπεί στην κοιλιά της μάνας
της, εκεί όπου θα ήταν ζεστά… Κάπου εκεί, μού ήρθε στο μυαλό η ιδέα του «ζωή
ξανά». Να μπορούσαμε, λέει, να ξαναζήσουμε, χωρίς πόνο και πικρίες, με αγάπη, ήρεμοι
και ισορροπημένοι… Τι καλά που θα ήταν!
Ρεαλισμός, κάποιες στιγμές και
νατουραλισμός, σκληρός ρεαλισμός, άρωμα αρχαίας τραγωδίας με έναν διονυσιακό χορό
σε κατάσταση έκστασης, σουρεαλισμός με τον πατέρα να πλένεται και την κόρη να
του αφηγείται ξανά το παραμύθι με τους Βίκινγκς, κωμικά διαλείμματα όπως λ.χ.
με τη θεία του πατέρα τη Στέβια, η Αντωνιάδου δεν υιοθετεί ένα και μοναδικό
στυλ στη γραφή της.
Ο Γιώργος Αρμένης, ο αναμφισβήτητα
έμπειρος καλλιτέχνης με πολλές δεκαετίες στο ενεργητικό του, παίζει τόσο καλά
όσο και σκηνοθετεί. Είναι απόλυτα πειστικός ως άνθρωπος με άνοια που δεν
αναγνωρίζει την κόρη του, θέλει να καλέσει την αστυνομία, την αρνείται μονίμως όπως
άλλωστε έκανε ανέκαθεν, φέρεται σαν μικρό παιδί, έχει επινοήσει τον Αγάπιο,
έναν φανταστικό συγκάτοικο και νομίζει πεισματικά πως ήταν στη ζωή του κάτι
άλλο, ένας ιπτάμενος… ένας αεροπόρος, ένας Ίκαρος που όμως έπεσε και
τσακίστηκε. Ιδού και ένα χρώμα συμβολισμού στο κείμενο.
Μοναξιά, κατήφεια, άνθρωποι που
έχουν γεράσει πρόωρα, ζουν στις πόλεις καπνίζοντας και ρουφώντας καυσαέριο,
έχουν καμπουριάσει και κοντεύουν να μπουν μέσα στις κοιλιές τους… Φώτα
εκτυφλωτικά παντού και μια ησυχία που ανησυχεί… Αλήθεια, πώς κοιμούνται, πώς
υπάρχουν έτσι οι σύγχρονοι άνθρωποι; Βασικά ερωτήματα που φωλιάζουν στη σκέψη της
δραματουργού.
Κάθε Δευτέρα και Τρίτη στο θέατρο
ΑΡΓΩ.
Περισσότερες πληροφορίες εδώ: https://argotheater.gr/xorepse-me-patera/
Βίντεο: https://www.youtube.com/watch?v=2oJOfHDNA4g&ab_channel=AngelisFilms
ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΜΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ ΣΤΑ
ΜΕΣΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΔΙΚΤΥΩΣΗΣ
“Χόρεψέ με, πατέρα” της
Κατερίνας Αντωνιάδου, σκην. Γιώργος Αρμένης. Όταν πρωτοδιάβασα το δελτίο τύπου
και ενημερώθηκα για την κεντρική ιδέα του κειμένου, είπα… Δεν μπορεί, τι
πάθανε οι δραματουργοί και γράφουν μανιωδώς για την άνοια; Βλέποντας όμως χθες
βράδυ την παράσταση αυτή, κατάλαβα ότι η άνοια δεν αποτέλεσε παρά μόνο το
όχημα, την αφορμή εν ολίγοις για τη συγγραφέα με σκοπό να καταδείξει τη
σύγχρονη ανθρώπινη μοναξιά. Την αληθινή, βαθιά μοναξιά, όχι την επίπλαστη που
απλά βολεύει μερικούς για να υποδυθούν τους αδικημένους και έτσι να απαιτήσουν
και να πετύχουν τη δικαιολόγηση των πράξεών τους. Στο έργο αυτό, η μοναξιά
είναι πέρα ως πέρα πραγματική και οι ρίζες της είναι χωμένες βαθιά στο χώμα.
Είναι το προϊόν ενός άρρωστου παρελθόντος που έχει απλώσει τα πλοκάμια του στο
παρόν και το πνίγει, δεν το αφήνει να ανασάνει στιγμή. Οι γονείς είναι τελικά
οι μεγαλύτεροι δήμιοι: αυτοί ακρωτηριάζουν ψυχικά τα παιδιά τους τροφοδοτώντας
την κοινωνία με άτομα που δεν φέρουν καμιά ελπίδα να ισορροπήσουν, που θα είναι
ισόβια δυστυχισμένα και που και όσο και να παλέψουν να ανακτήσουν τον χαμένο
χρόνο μήπως και επουλωθούν οι πληγές τους, δεν θα τα καταφέρουν. Όταν ο πατέρας
λέει και ξαναλέει “ΔΕΝ ΕΧΩ ΠΑΙΔΙΑ!”, έχει απόλυτο δίκιο. Κι ας πάσχει
από άνοια. Έχει μόνο βιολογικά παιδιά. Είναι μόνο γεννήτορας. Διαρκώς απών,
ψυχρός, εγωιστής, κυνικός και χυδαίος έζησε μια ζωή όπως αυτός την ήθελε
στερώντας όμως ακριβώς αυτό το δώρο, την ευκαιρία του να ζήσει, από την ίδια
του την κόρη. Το να σου τύχει ένα δύσκολο πρόβλημα υγείας που θα σου μπλοκάρει
το μέλλον ίσως να μην είναι τόσο φοβερό τελικά… Το να μην λάβεις όμως την
ψυχική, συναισθηματική κάλυψη από τον γονιό σου την ώρα που καταρρέεις και τον
χρειάζεσαι όσο ποτέ είναι κάτι που θα σε σημαδέψει εις το διηνεκές. Υπέροχο
κείμενο, μπράβο στην Κατερίνα Αντωνιάδου που το συνέλαβε και το ανέπτυξε!
Συγχαρητήρια για τη μικτή της τεχνική επίσης δραματουργικά. Εννοώ που δεν
ακολούθησε μια γραμμή μόνο, ένα ύφος καθόλη τη διάρκεια. Επίσης, μπράβο που δεν
”στρίμωξε” μέσα στο ίδιο δραματικό κείμενο πολλαπλές συχνά άσχετες μεταξύ
τους ιδέες όπως συναντάμε σε άλλα σύγχρονα έργα, αλλά ήξερε τι ήθελε να
επικοινωνήσει και το έκανε με σαφήνεια και ευστοχία.