ΑΝΤΙΟ ΜΑΜΑ
ΘΕΑΤΡΟ «ΑΛΚΜΗΝΗ»
Ένα
δραματικό κείμενο της Τάνιας Χαροκόπου
Ερμηνεύει η
Μαρία Παπαλάμπρου
Την σκηνοθετεί
ο Λεωνίδας Λοϊζίδης
«Εγώ δεν έμαθα γεωγραφία. Εγώ |
Η σύγχρονη
ελληνική δραματουργία με γοητεύει ιδιαίτερα. Ακριβώς επειδή συμβαίνει τώρα,
αυτή τη στιγμή, είναι ολόφρεσκη, σπαρταριστή, άφθαρτη, εκτυλίσσεται σε ζωντανή
μετάδοση… Έχει γεννηθεί και υπάρχει ταυτόχρονα με εμάς. Και δεν είναι μόνο ο
χρόνος της που με έλκει. Πιο πολύ είναι ότι αποτελεί την προίκα μας, το
καινούργιο εφόδιο που έρχεται να προστεθεί στα πνευματικά μας προσόντα, το νέο
όπλο που έρχεται να συμπληρώσει την πολιτιστική μας φαρέτρα. Κι εν τέλει, είναι
η παρηγοριά και το αντίδοτο στην ασχήμια, την απαισιοδοξία και τη ρηχότητα που
βιώνουμε σήμερα.
Το θεατρικό
έργο Αντίο μαμά που έγραψε η Τάνια Χαροκόπου και ερμηνεύει η ηθοποιός
Μαρία Παπαλάμπρου σε σκηνοθεσία του Λεωνίδα Λοϊζίδη, ενός σκηνοθέτη που κάνει
καριέρα και εκτός συνόρων διαδίδοντας και προβάλλοντας το αρχαιοελληνικό πνεύμα
αρκετά μακριά από εδώ, συνιστά ένα ακόμη τέτοιο δραματικό κείμενο. Στο
επίκεντρο του ενδιαφέροντος η σύνδεση μάνας και γιου, μιας σχέσης με βαθιά,
γερά θεμέλια τα οποία όμως σείονται αίφνης από την αποκάλυψη της ομοφυλοφιλικής
σχέσης του (ενήλικου πια) γιου. Η δήλωση του παιδιού στη μάνα αναφορικά με τον
ερωτικό δεσμό που διατηρεί με άντρα είναι η αφορμή για να δοκιμαστεί η σχέση τους
και να αποδειχτεί στο τέλος αν την κυβερνά η αγάπη ή αν μπορούν να την
τσαλαπατήσουν ο εγωισμός και ο καθωσπρεπισμός.
Ο ερχομός
στην επιφάνεια αυτής της ανορθόδοξης για μια μητέρα σχέσης γίνεται συνάμα και η
ευκαιρία να κάνει η Αφροδίτη τον απολογισμό της ανατρέχοντας στην εφηβεία της και
συγκεκριμένα στην ηλικία των δεκαέξι ετών όταν γνώρισε τον Γιάννη, τον πατέρα
του γιου της και επί πολλά χρόνια σύζυγό της που πλέον τους έχει αφήσει για να
πάει να εργαστεί στην Αυστραλία. Αξιοσημείωτο είναι ότι ο γιος δεν φέρει μικρό
όνομα και μάλιστα δεν είναι ο μόνος. Το ίδιο παρατήρησα πως ισχύει και για τα
στενά συγγενικά πρόσωπα της Αφροδίτης: τους γονείς της και την αδερφή της. (Οφείλεται
ίσως στη μοναδικότητά τους;) Έτσι, ενώ ακούμε στο έργο ότι το παιδί της έχει
πάρει το όνομα του παππού του (ο οποίος τον υποστηρίζει) εντούτοις δεν
μαθαίνουμε ποτέ ποιο είναι αυτό. Αντίθετα, ξέρουμε πως η ίδια λέγεται Αφροδίτη,
ο πρώην σύζυγός της Γιάννης, ένα παλιό, σχεδόν παιδικό της φλερτ Νίκος, ένας συνάδελφός
της τον οποίο απέρριψε ερωτικά για να μην πληγώσει το παιδί της Ντίνος ενώ την
ισορροπία της σχέσης της με τον γιο της απειλεί και ένας θείος Αλέκος, στον
οποίο θα κληθεί να δώσει εξηγήσεις…
Η νοσηρότητα
της ελληνικής οικογένειας απασχολεί πολλούς θεατρικούς συγγραφείς, σχεδόν
αποτελεί, μπορώ να πω, «πονοκέφαλο». Μια γυναίκα που γίνεται νωρίς μητέρα, που
τελεί υπό πανικό, που ανέχεται το παιδί της να την αποκαλεί «γριά» ενώ δεν
είναι, που είναι διαζευγμένη, που κατηγορείται για όλα διότι έτσι είθισται στην
ελληνική κοινωνία: Η μητέρα σηκώνει το βάρος για τα πάντα μέσα στην οικογένεια
και αν κάτι στραβώσει, η ευθύνη βαραίνει εκείνη. Μα κι αν πας πιο πίσω, στην περίπτωση
της Αφροδίτης που σκιαγραφεί η Χαροκόπου, πάλι συναντάς καταπίεση, αυταρχισμό
και απαγορεύσεις από έναν πατέρα – Κέρβερο. Η συνέπεια αυτού είναι ένα νεαρό
κορίτσι να παντρευτεί βιαστικά τον πιο ακατάλληλο (σαφής η αιχμή εδώ στον
άκαρπο και ψεύτικο συνδικαλισμό) και να καταλήξει να ξεχάσει παντελώς τον εαυτό
της πόσο μάλλον το ότι είναι γυναίκα δουλεύοντας, όπως λέει, εικοσιτέσσερις
ώρες την ημέρα για να ζήσει το σπίτι της.
Κάθε
μονόλογος, γυναικείος ή αντρικός (ομολογουμένως οι αντρικοί είναι λιγότεροι
αριθμητικά) εμπεριέχει ένα κίνητρο για το δραματικό πρόσωπο που τρόπον τινά
αγορεύει μπροστά στο κοινό μα κυρίως μπροστά στον εαυτό του και, όπως εδώ, στο
πρόσωπο που αγαπάει. Και το κίνητρο αυτό είναι συχνά ένα παράπονο, ένας πόνος, ένα
σοβαρό γεγονός ή/και η ανασκόπηση μιας ολάκερης ζωής. Στους μονολόγους
γνωρίζουμε δραματικά πρόσωπα συντετριμμένα, καταρρακωμένα, που έχουν περάσει
άσχημη ζωή, είναι γεμάτα βιώματα, έχουν αδικηθεί, στερηθεί, εκπέσει, εξαθλιωθεί
οικονομικά, κινδυνεύσει, πληγωθεί ανεπανόρθωτα πολλές φορές μάλιστα μέσα από
πολλά σκαμπανεβάσματα, όπως άλλωστε συμβαίνει και στην πραγματική ζωή. Κάποιες
φορές ακόμη, οι χαρακτήρες αυτοί ήταν υπαρκτά πρόσωπα, οπότε και το ενδιαφέρον
των θεατών αυξάνεται δεδομένου ότι η επί σκηνής εξομολόγηση εμπεριέχει και σημαντικά
ιστορικά στοιχεία.
Στο κείμενο της
Τάνιας Χαροκόπου δεν συστηνόμαστε με ένα πρόσωπο τόσο ακραίο, αν μπορώ να το χαρακτηρίσω
έτσι. Η Αφροδίτη του έργου καλείται να διαχειριστεί μια αλήθεια που για τη δική
της γενιά, ναι τη γενιά την επιπόλαιη που δεν έκανε όπως φαίνεται και λίγα
λάθη, είναι επιεικώς απαράδεκτη. Το μυαλό της τρέχει σε «ειδικούς» ή σε έκτακτα
μέτρα, όπως το να δώσει φαρμακευτική αγωγή στο παιδί της ή να το κλείσει μέσα
στο δωμάτιο και να του προσφέρει κοπέλες που θα του εγείρουν τον ανδρισμό του.
Φυσικά, κατανοεί πως όλα αυτά είναι αβάσιμα και παραδέχεται πως όλοι οι ψυχολόγοι
του κόσμου μαζί είναι αδύνατον να τη βοηθήσουν.
Διάβασα στο
δελτίο τύπου ότι το Αντίο μαμά είναι ένα έργο για την αγάπη και τη
συγχώρεση. Αλήθεια, ποιος έχει κάνει κάτι κακό στο έργο για να συγχωρεθεί; Στην
πραγματικότητα, κανείς. Κανείς δεν φταίει σε τίποτα. Ιδού η άλλη έγνοια της πλειοψηφίας
των δραματουργών: η απόδοση ευθυνών. Κάποιος πρέπει πάντα να ευθύνεται για την
υπάρχουσα ανεπιθύμητη κατάσταση πλην αυτού που αναζητά τους «ενόχους». Κατά
συνέπεια, για την ιδιαιτερότητα του παιδιού φταίει το γυμναστήριο με τα
θελκτικά γραμμωμένα κορμιά αλλά κυρίως ο Γιάννης που δεν τον πήγε και σε κανένα
οίκο ανοχής να τον κάνει «άντρα», όπως όφειλε ως πατέρας. Πρόκειται μάλλον για
ένα έργο για την αποδοχή και την εξισορρόπηση των ανθρωπίνων σχέσεων μετά
βέβαια από ένα δυνατό σοκ.
Εκτίμησα ότι
η Χαροκόπου δεν εξαντλήθηκε σε εύκολες ιδέες, όπως είναι οι βωμολοχίες που θα
μπορούσαν κάλλιστα να κουμπώσουν εδώ. Απεναντίας, από το κείμενο δεν λείπουν
και κωμικά στοιχεία που αποσυμφορίζουν πρόσκαιρα τους θεατές. Μου άρεσε που με
την πένα της ζωγράφισε εικόνες από την παιδική ηλικία του παιδιού. Με εξέπληξε
όταν άκουσα τον πραγματικό λόγο της άρνησης της μητέρας να συναινέσει σε αυτή
τη σχέση. Αυτό σημαίνει ότι δεν μας σερβίρει από την αρχή την επίμαχη πληροφορία,
παρότι βλέπουμε την Αφροδίτη αρκετά ανήσυχη, παραπάνω από ότι θα περίμενε
κανείς για ένα λογικό τουλάχιστον άτομο. Επιπρόσθετα, δεν πανικοβλήθηκε
συγγραφικά ανακατεύοντας πολυάριθμες επιμέρους ιδέες και κοινωνικά και/ή
ψυχολογικά φαινόμενα, όπως συμβαίνει με άλλα κείμενα αλλά επικεντρώθηκε στον
στόχο της σταθερά. Επιπλέον, με ανακούφισε η θετική λύση που έδωσε στην πλοκή μηνύοντας
την αγάπη για τη ζωή, διατυμπανίζοντας την άρρηκτη αγάπη επίσης που νιώθει και
η πιο μετανιωμένη μάνα για το παιδί της αλλά και υπογραμμίζοντας την ανάγκη για
υπέρβαση των ορίων εκείνων που μπορεί να καταπνίξουν έναν άνθρωπο και την
ευτυχία του. Τέλος, με δίδαξε να μην περιμένω να φτάσουν τα πράγματα στο απροχώρητο
για να μάθω να εκτιμώ, να αγαπώ και να ξεπερνάω τα συμπλέγματα που οι άλλοι
επιβάλλουν κάνοντάς με κοινωνό και μέρος της μισανθρωπίας τους.
Η Μαρία
Παπαλάμπρου υποστήριξε άριστα τον ρόλο της. Πόσο θαυμάζω τους ηθοποιούς που
ωριμάζουν τόσο εξωτερικά όσο και καλλιτεχνικά δίνοντας τον καλύτερό τους εαυτό
στη σκηνή… Θεωρώ ότι όχι απλά απέδωσε ολόσωστα την Αφροδίτη αλλά όντως την
ανέδειξε εξυψώνοντας το κείμενο που πήρε στα χέρια της. Έπαιξε πολύ γλυκά, πολύ
ανθρώπινα, χωρίς να υπερβάλλει και να κουράζει, μίλησα άμεσα και ξεκάθαρα στο
κοινό που την παρακολούθησε επί μία ώρα.
Ο Λεωνίδας
Λοϊζίδης έστησε μια παράσταση αντάξια του κειμένου που ανέλαβε. Έβαλε την Παπαλάμπρου
να χορεύει αρχικά και μετά να κινείται σχεδόν συνεχώς χωρίς όμως να ζαλίζει τους
θεατές, να κρατά ένα ποτήρι σαμπάνια όσο μιλούσε (το είχε μάλλον ανάγκη τη
στιγμή που έπρεπε να τα βρει με τον εαυτό της αλλά και να διαβάσει το γράμμα
του γιου της) και το κυριότερο να είναι κομψή και κοκέτα, έτσι όπως ταιριάζει
σε μια αστή σαράντα ετών μόλις, κάτοικο Ψυχικού που μπορούσε να αγοράσει σχεδόν
ό,τι ήθελε στο παιδί της όπως π.χ. ένα καλό αυτοκίνητο ενώ παραδόξως (ή όχι;)
χρωστούσε τα κοινόχρηστα στον διαχειριστή.
Με άριστα δέκα
νιώθω την ανάγκη να βαθμολογήσω το ενδυματολογικό κομμάτι της παράστασης και
κατά δεύτερο λόγο τη σκηνογραφία.
Πληροφορίες
για την παράσταση:
Ερμηνεία:
Μαρία Παπαλάμπρου
Κείμενο:
Τάνια Χαροκόπου
Σκηνοθεσία /
Σκηνογραφική επιμέλεια: Λεωνίδας Λοϊζίδης
Σχεδιασμός
Φωτισμού: Κώστας Αγγέλου , NoDARK
Πρωτότυπη
μουσική σύνθεση: Βασίλης Βασιλειάδης
Βοηθός
Σκηνοθέτη: Κωνσταντίνος Βαρελίδης
Φωτογραφίες:
Δημήτρης Καφετζής, dkphotos.gr
Τη Μαρία
Παπαλάμπρου ντύνει ο Οίκος Μόδας Damiano Milano
Παραγωγή :
Robin4Arts