ΡΑΧΗΛ
του Γρηγορίου Ξενόπουλου
Θέατρο ‘’Αλκμήνη’’
Αλκμήνης 12, Άνω Πετράλωνα
Σκηνοθεσία: Μανώλης Ιωνάς
Σάββατο 29/4/2023
7.00 μμ
Κριτική ανάλυση
της Μαρίνας Αποστόλου
Ραχήλ: «Δεν είναι καλύτερα να το ζεις παρά να το Αλέξανδρος: «150 χρόνια πήγαν χαμένα…» |
Στο αρχοντικό σαλόνι της οικογένειας Τεδέσκου στη Ζάκυνθο του
1891 μάς ταξιδεύει το δραματικό έργο της μεγάλης διάνοιας του Γρηγορίου
Ξενόπουλου Ραχήλ σε μια χρονική φάση αναζωπύρωσης του μίσους και των αναταραχών
μεταξύ Χριστιανών και Εβραίων. (Αξίζει να ειπωθεί ότι εσφαλμένα αναφέρεται από άλλους
κριτικούς θεάτρου πως πρόκειται για πεζογράφημα. Η Ραχήλ ανήκει στα
θεατρικά έργα του Γ.Ξ., παίχτηκε για πρώτη φορά το 1909 από τον θίασο της Κυβέλης
και έπειτα διασκευάστηκε – εδώ έχουμε μια αντίστροφη λογοτεχνική πορεία – σε μυθιστόρημα
το 1937 λαμβάνοντας τον τίτλο Μεγάλη περιπέτεια).
Η αφορμή έχει ήδη δοθεί από τον πρόσφατο θάνατο ενός κοριτσιού
από την Κέρκυρα, υποτίθεται από χέρι εβραϊκό, γεγονός που έχει κάνει τον θρύλο της
«συκοφαντίας του αίματος» να αναβιώνει. Σύμφωνα με τον τελευταίο (έναν ωστόσο κοιμώμενο
επί 150 χρόνια δράκο), κάθε Πάσχα οι Εβραίοι θυσίαζαν ένα παιδί Χριστιανό και
από το αίμα του έφτιαχναν τα άζυμα για να εορτάσουν την κοινή αυτή θρησκευτική
εορτή. Τη δοξασία αυτή, όπως ακούμε και στο έργο, ενστερνίζονταν και άτομα
μορφωμένα και με υπόληψη πόσο μάλλον άνθρωποι που δεν είχαν καν πάει σχολείο.
Η είσοδος των θεατών στην πλατεία πραγματοποιείται με το
καλωσόρισμα του ηθοποιού Μανώλη Δεστούνη (ευφυής σκηνοθετική ιδέα), ο οποίος υποδύεται
τον Μανασή, τον έναν από τους δύο πιστούς υπηρέτες της οικογένειας Τεδέσκου. Φορώντας
το καπέλο του και την καπαρντίνα του, ο Μανασής, τον οποίο δεν γνωρίζει φυσικά
ακόμη το κοινό, υποδέχεται με ευγένεια όσους πρόκειται να παρακολουθήσουν το έργο,
συμπεριφορά που αρμόζει και στον υπηρέτη μιας πλούσιας και επώνυμης οικογένειας
της Ζακύνθου της εποχής εκείνης. Τα καλόγουστα σκηνικά αντικείμενα, όπως τα
χαλιά, τα λουλούδια, το σερβίτσιο, οι δύο πολυέλαιοι και το ευμέγεθες σκάκι,
μεταφέρουν τους θεατές στον δραματικό χώρο του αρχοντικού, όπου θα συντελεστεί και η περισσότερη δράση της υπόθεσης.
Στην εναρκτήρια σκηνή του έργου, ο Μανασής παρουσιάζει τον
εαυτό του στο κοινό παρέχοντας τις βασικές πληροφορίες που τοποθετούν τα
επικείμενα τεκταινόμενα χρονικά αλλά και χαράζουν το κοινωνικό περίγραμμα της οικογένειας
Τεδέσκου όσο και της κατάστασης στο Τζάντε (δηλ. τη Ζάκυνθο). Είναι Κυριακή των
Βαΐων το 1891 για τους Εβραίους, το 1892 για τους Χριστιανούς, όπως σημειώνει ο
αφηγητής. Έχουν περάσει 52 χρόνια από τότε και ο Μανασής έχοντας ως μηχανή του
χρόνου το μυαλό του ανακαλεί τις αναμνήσεις του (προφανώς και αυτό αποτελεί στοιχείο της προσαρμογής / διασκευής του έργου). Μας συστήνει το κύριο
δραματικό πρόσωπο που δεν είναι άλλο από τη Ραχήλ (Ειρήνη Παπαδημάτου), την
όμορφη κυρά του, που αγαπά τις μανόλιες των οποίων το μεθυστικό άρωμα εμποτίζει
όλο το σαλόνι του αρχοντικού. Η προφορά του είναι πρόσκαιρα ζακυνθινή, μας γυρνάει και
αυτή πίσω στο παρελθόν. Σύντομα, ο Μανασής περιγράφει σε τι συνίστατο η περιβόητη
θυσία του παιδιού. Ανατριχίλα προκαλεί το ότι οι Χριστιανοί πίστευαν πως το
παιδί που θα σφάζανε οι Εβραίοι είχε αρχικά τραφεί με κουκουνάρι και κρασί ώστε
να έχει πολύ αίμα ενώ οι στάχτες του θα χρησίμευαν στην παρασκευή των αζύμων τους.
Στο επίκεντρο της ιστορίας ευρίσκεται το ερωτευμένο και ρομαντικό
ζευγάρι του Καρόλου Δεσύλλα (Αντώνης Σανιάνος), που είναι Χριστιανός, και της Ραχήλ Τεδέσκου, κόρης του τραπεζίτη Εβραίου Χάρη Τεδέσκου (Δημήτρης Κανέλλος). Πρόκειται
για δύο πλάσματα, έτσι όπως τα έχει συλλάβει ο νους του Ξενόπουλου, ονειρεμένα,
ιδεαλιστικά, ανώτερα, μακριά από κάθε δεισιδαιμονία και ρατσισμό, διάκριση και
μισαλλοδοξία. Ο Κάρολος, που καταπιάνεται με τη λογοτεχνία, έχει μεταφράσει το Άσμα
ασμάτων (ένα από τα 49 βιβλία του κανόνα της Παλαιάς Διαθήκης που αποτελεί
μια ανθολογία λυρικών ερωτικών τραγουδιών), πράγμα που γοητεύει τη νεαρή Ραχήλ
και την κάνει να τον ποθεί ακόμα περισσότερο καθότι μέσω της μετάφρασης αυτής αποδεικνύει
και το πόσο αυτός δεν ανήκει στους φανατικούς Χριστιανούς (μάλιστα τονίζει ότι τον
ενοχλεί και το λιβάνι στην εκκλησία). Το μοτίβο των αθώων και βαθιά, ειλικρινά innamorati νέων που τους χωρίζει μια σπουδαία
διαφορά (εν προκειμένω η διαφορετική θρησκεία) επαναλαμβάνεται και χρησιμοποιείται
για να στηλιτευθεί η μισανθρωπία, ο κοντός νους, η χωρίς λόγο κακία και κυρίως
οι συνέπειες που επιφέρουν τέτοιου είδους εμμονές και προλήψεις.
Τα πνεύματα, όπως λέγεται στο έργο, είναι «οξυσμένα» εξαιτίας
του θανάτου του μικρού κοριτσιού στην Κέρκυρα (που όμως αν ένα τηλεγράφημα, όπως
σχολιάζει ο Κάρολος, επεσήμανε ότι ήταν Εβραία όλα θα ήταν εντάξει) αλλά και
λόγω της χρονικής συγκυρίας, δηλαδή της έλευσης του Πάσχα. Οι μανόλιες που
στέλνει ο Κάρολος στη Ραχήλ, για να της εκφράσει τον έρωτά του, ευωδιάζουν σε
σημείο που μπορεί να προκληθεί ασφυξία προοικονομώντας έτσι τους παράλογους και
άδικους θανάτους που επισφραγίζουν το έργο. Εκτός από τον έρωτά του όμως προς τη
γλυκιά Ραχήλ, ο Κάρολος έχει υποχρέωση και στη μητέρα του (Ιωάννα Γκαβάκου), που
είναι απόλυτα πιστή Χριστιανή και του ζητάει να τη συνοδεύει στην εκκλησία,
ιδίως τις ημέρες της Μεγάλης Εβδομάδας. Είναι ο μοναχογιός της, το μοναχοπαίδι της,
τού έχει μεγάλη αδυναμία αλλά και συνάμα προσπαθεί να τον κηδεμονεύσει ειδικά
όταν τον βλέπει ξετρελαμένο με μια Εβραία ή όπως η ίδια θα πει σε μια στιγμή
ρητορικής μίσους «παλιο-Οβραία».
Ο Χάρης Τεδέσκος πάλι, ο πατέρας της οικογένειας και εύπορος
τραπεζίτης, έχει μεγαλώσει πια, επιθυμεί την ησυχία του, τη θαλπωρή του σπιτιού
του και τις παρτίδες σκάκι που παίζει με τον Κάρολο. Του έχουν συστήσει να μη
συχνάζει στη λέσχη εκείνες τις μέρες, συμβουλή που μεταφράζεται με δύο τρόπους:
εκείνη της εκτίμησης και της μέριμνας για να μην πάθει τίποτα κακό από τον
φανατισμένο όχλο και εκείνη της απαξίωσης και του περιορισμού.
Κυρία Δεσύλλα: «Κρίμα να μην είσαι δική μας…» Ραχήλ: «Εγώ είμαι περισσότερο Χριστιανή παρά Εβραία…» Κυρία Δεσύλλα: «Ο καθένας με τη θρησκεία των πατέρων του Ραχήλ: «Ο Θεός είναι ένας, των πατέρων μας και των πατέρων σας…» |
Κάρολος: «Μάγισσά μου…»
Ακόμα και μια μικρή πράξη ρατσισμού, μια μικρή πέτρα που θα
εκτοξευθεί, μια υποτιμητική έκφραση που θα ακουστεί, δεν είναι αστείο, όπως εύστοχα
κηρύττει ο Γ.Ξ. διά στόματος Ραχήλ. Εύκολα η ενέργεια αυτή μπορεί να δώσει τη
σκυτάλη σε χειρότερες, ακόμα πιο επιθετικές και επικίνδυνες πράξεις.
Ο πιο πορωμένος στην οικογένεια Τεδέσκου είναι ο Δαυίδ ή
Δαβίκος, όπως τον αποκαλούν χαϊδευτικά (Νίκος Κρίκας). Τόσο με την ενδυμασία
του (φοράει διαρκώς το Κιπά του) όσο και με τον λόγο του και τη στάση του
απέναντι στους Χριστιανούς, διακηρύττει και υπερασπίζεται τη θρησκεία του
μίσους και την εκδικητικότητα που διέπει τη ραχοκοκαλιά του Ιουδαϊσμού, όπως η
πολύ γνωστή ρήση «οφθαλμόν αντί οφθαλμού και οδόντα αντί οδόντος». Η ερμηνεία
του Νίκου Κρίκα στον ρόλο του Δαβίκου είναι εξαιρετική καθώς καταφέρνει, χωρίς
υπερβολές και στόμφο, να κάνει τα μάτια του να γυαλίζουν από κακία καθώς
ενσαρκώνει άριστα τον μεγάλο θιασώτη της
«θρησκείας του μίσους», όπως τον ακούμε να λέει ηδονικά. Είναι αυτός που θα
γεμίσει με τύψεις την αδελφή του αλλά και αυτός που θα δώσει την αιματηρή λύση
σε μια στιγμή απόλυτης παράνοιας την ημέρα της περιφοράς του Εσταυρωμένου, όταν
εξαγριωμένοι Χριστιανοί λεηλατούν σπίτια Εβραίων με την ανοχή πλέον του
στρατού, ο οποίος με τη σειρά του έχει υποχωρήσει και δεν παρεμβαίνει πια για
την προστασία των απειλούμενων οικογενειών.
Στον αντίποδα του Δαυίδ ευρίσκεται ο άλλος αδελφός της Ραχήλ,
ο Αλέξανδρος (Βασίλης Φακανάς) που δεν συμμερίζεται την πόλωση, τη σύγκρουση κι
εν γένει τον πρωτογονισμό των εκπροσώπων των δύο θρησκειών. Αντίθετα, έχει χιούμορ,
είναι επίσης ευγενικός και ομοιάζει αρκετά με την αδελφή του.
Η κατάσταση θα κορυφωθεί όταν θα τραυματίσουν τον Χάρη, ο
οποίος θα έχει εξέλθει της οικίας του αψηφώντας το πλήθος που διψάει για αίμα. Θα
επιστρέψει στο σπίτι λαβωμένος, η Ραχήλ θα πληγωθεί ψυχολογικά στη θέα αυτή, θα
μισήσει με τη σειρά της τον Κάρολο που ξαφνικά γι’ αυτήν είναι όλοι οι
Χριστιανοί μαζί, θα μεταστραφεί και θα τον αποπέμψει κρατώντας όπλο – ένα από
τα όπλα που ο ίδιος ο Κάρολος είχε προσφέρει στην οικογένεια Τεδέσκου για άμυνα.
Ο Κάρολος θα απομονωθεί, θα καταρρεύσει και η μητέρα του μη έχοντας επιλογή θα
έλθει να παρακαλέσει με δάκρυα στα μάτια τη νεαρή κοπέλα να επανορθώσει σε
σχέση με τον γιο της. Θα φύγει όμως απογοητευμένη έχοντας προσβάλει τη Ραχήλ, η
οποία κατόπιν πάλι αλλάζει γνώμη και επιστρέφει στην αφετηρία του έρωτά της για
τον Κάρολο. Η σκηνή της παρ’ ολίγου πεθεράς με τη νύφη είναι έξοχα αποδομένη
από τον σκηνοθέτη και τις δύο γυναίκες ηθοποιούς του θιάσου, οι οποίες με
δάκρυα στα μάτια εκφράζουν όλο το δηλητήριο της διχόνοιας εξαιτίας της διαφορετικής
θρησκευτικής κουλτούρας.
Κάτι που δεν μπορεί να παραλειφθεί είναι ότι η Ραχήλ είχε
αποφασίσει να βαπτιστεί Χριστιανή για να παντρευτεί τον Κάρολο μα τελευταία
στιγμή και λόγω του αντισημιτικού κλίματος στο νησί αρνήθηκε να κάνει. Είναι
αναμφισβήτητο ότι μέσα σε ένα πνεύμα διχασμού, έντονης συναισθηματικής
φόρτισης, αγάπης προς την οικογένεια και ανάγκης για την υπεράσπιση της σωματικής
ακεραιότητας, ακόμη και ένας λογικός άνθρωπος μπορεί να αφομοιωθεί στην πλέμπα
και να ευθυγραμμιστεί μαζί της. Εντούτοις, η λογική και η αγάπη πρυτανεύουν μα
αυτό δεν συνεπάγεται απαραίτητα και μια δίκαιη κατάληξη. Η Ραχήλ αναγνωρίζει τις
αρχές του Χριστιανισμού θεωρώντας ότι η άποψη του να συγχωρείς τον εχθρό σου
είναι σαφώς πιο μεγαλόψυχη από το να επιζητάς την εκδίκηση με το προκάλυμμα της
δήθεν δικαιοσύνης. Παρόλα αυτά, οι Χριστιανοί της Ζακύνθου του Γ.Ξ. δεν σκέπτονται έτσι, μάλιστα ψάχνουν αφορμή για ξεσηκωμό ακυρώνοντας έτσι 150 χρόνια
ειρηνικής συνύπαρξης.
Η Ραχήλ, μπορεί να πει κανείς, ομοιάζει με την Αντιγόνη του Σοφοκλή για μια στιγμή εκεί όπου απορρίπτει τον αγαπημένο της και μετά τη μητέρα του, (που της φωνάζει ότι στο μέλλον δεν θα είναι παρά μια περιφρονημένη), ακριβώς για να υπηρετήσει τα ηθικά ιδεώδη που της επιτάσσει η παράδοση και το δίκαιο των προγόνων. Δεν τίθεται όμως περαιτέρω σύγκριση με τη σοφόκλεια περσόνα ακριβώς επειδή η Αντιγόνη ουδέποτε είχε δίλημμα ούτε αμφιταλαντεύθηκε μεταξύ δύο συνθηκών, που είναι εντελώς έτερες από εκείνες της Ραχήλ.
Αξίζουν πραγματικά συγχαρητήρια στην Ειρήνη Παπαδημάτου που
υποκρίνεται πειστικότατα τη νεαρή Ραχήλ. Σ’ αυτό τη βοηθά η μειλίχια φωνή της,
το παράστημά της αλλά και η κίνησή της επί σκηνής που όντως παραπέμπουν σε μια
τέτοια παρουσία. Ξεχωρίζει, όπως προαναφέραμε ο Νίκος Κρίκας στον απαιτητικό
ρόλο του φανατικού Εβραίου αλλά και ο Μανώλης Δεστούνης που αποδεικνύει ότι η
εργασία του ηθοποιού είναι τέχνη και λειτούργημα και όχι μια κλασική δουλειά. Τα
συγχαρητήρια όμως πάνε και στον Μανώλη Ιωνά που ανέβασε το εν λόγω έργο, το
οποίο σπάνια βλέπουμε στο σανίδι. Η προσθήκη του για τη μετέπειτα μελανή ιστορία
των Εβραίων κατά τη διάρκεια της κατοχής εναρμονίζεται απόλυτα με το
περιεχόμενο της ξενοπούλειας Ραχήλ παρέχοντας πληροφορίες για το πώς οι Εβραίοι
της Ζακύνθου κατάφεραν να γλιτώσουν τα κρεματόρια.
Πρόκειται για μια παράσταση διδακτική, ιδανική για μαθητές
και όχι μόνο. Ο ρατσισμός θα είναι σταθερά ριζωμένος στις καρδιές των ανθρώπων
και πάντα θα υφίσταται ο διαχωρισμός του «εμείς» και οι «άλλοι» ιδιαίτερα όταν αυτός
καλλιεργείται μέσω των θρησκειών από τα γεννοφάσκια τους. Βέβαια, βαθύτερες
αιτίες του μίσους εναντίον των Εβραίων όπως η ζηλοφθονία για την οικονομική τους
ευμάρεια ή η ανάγκη για τιμωρία αυτών που κερδοσκοπούσαν ως τοκογλύφοι δεν
διαφαίνεται μέσα από το κείμενο του Γ.Ξ.. Εξ ου και ο διδακτισμός του που
μπορεί να αξιοποιηθεί σε ανήλικο κοινό.
Σκηνοθεσία και Δραματουργική επεξεργασία: Μανώλης Ιωνάς
Σκηνογραφία: Νίκος Κασαπάκης
Ενδυματολογία: Γιάννης Μετζικώφ
Χορογραφία- Κινησιολογία: Ρούλα Κουτρουμπέλη
Σχεδιασμός φωτισμών: Μανώλης Μπράτσης
Μουσική επιμέλεια: Αυγερινός Σουλόπουλος
Σκηνοθεσία ήχου: Νίκος Αρκομάνης
Βοηθός Σκηνοθέτη: Μαριάννα Καρακώστα
Σύμβουλος για τις τάσεις και συνήθειες της εποχής: Θάνος
Αγγέλης
Creative
Agency: GRID FOX
Trailer:
Angelis Films Ltd
Studio ηχογράφησης: Play
recording Studio
Κομμώσεις: Στέλιος Κούλης
Υπεύθυνη Επικοινωνίας : Άντζυ Νομικού (angienomikou@gmail.com)
Παραγωγή: Εταιρεία Αλκμήνη
Video: https://www.youtube.com/watch?v=RTjyS53iTko